Στον Γιώργο Ντίνα
Του Αι Γιώργη ήτανε, που η πόλη τόσο απόμακρη κι αποκλειστικά δική μου με καλούσε να κάνω επισκέψεις, αν και μαύρα σύννεφα πλάκωναν από παντού. Ένας λόχος περαστικών αντάλλασε χειραψίες, περισσότερο αποστωμοτικές απ΄ όσο έπρεπε, σε δρόμο ξέφρενο από την κίνηση, που κάποιοι είχαν ονομάσει Άνω ποταμών παρά την κατηφορική του κλίση.
Εκεί στεκόμουν, μετανιωμένη που είχα βγει χωρίς πανωφόρι στην υγρασία. Αμήχανη κοίταζα όσους απαριθμούσαν τα υπάρχοντά τους, με παλάμες υγρές και ιδρωμένες, σώματα διπλωμένα στα δύο που δεν έβλεπαν καμία συνέχεια στην ιστορία της πόλης. Δεν διέκριναν μια λαμπάδα ψηλή να καίει τα πρόσωπα των εν ασκήσει λαμψάντων, το δράκο σκοτωμένο με μάτια κλειστά, μα ποιος ήταν ο σκοπός όλων αυτών, δεν ήξερα, μόνο η εγκάρδια ανταλλαγή ευχών ίσως, στα παγκάκια, όπου χάραζαν όλοι τα ονόματά τους κι ο σκοπός που αγίαζε τα μέσα εκείνου του εορταστικού απογεύματος, με τα σημάδια των ήλων στας χείρας.
Ο πίνακας είναι του Νίκου Ρουμπάκη, η λεκτική απόδοση του χρωματικού φάσματος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου