Τετάρτη 12 Οκτωβρίου 2016


Άνθρωποι εν κενώ - Fractal


Γράφει ο Διονύσης Μαρίνος //




«Παράξενο καλοκαίρι» της Λίνας Φυτιλή, διηγήματα, σελ. 136, Εκδ. Εστία

Το παρελθόν είναι ένα γυμνό καλώδιο που κάποιες φορές το πιάνεις με  χέρια υγρά. Καμιά φορά και το παρόν την ίδια επίδραση έχει στους ανθρώπους. Τίποτα δεν θάβεται για πάντα, τίποτα δεν μένει απείραχτο από το νόμο της μεταβλητότητας. Πράγματα που έγιναν ή δεν έγιναν. Αγγίγματα που δεν δόθηκαν στο σωστό χρόνο ή δεν δόθηκαν καθόλου. Κουβέντες που έμειναν σφραγισμένες στην κλειστή δέσμη των δοντιών. Κάπως έτσι φτιάχνονται τα «κενά» των ανθρώπων. Κάπως έτσι πέφτουν μέσα.
Οι άνθρωποι της Λίνας Φυτιλή, στα δώδεκα διηγήματα της συλλογής «Παράξενο καλοκαίρι» καλούνται να διαχειριστούν τα όνειρα που δεν ευοδώθηκαν, τις στιγμές που έχασαν, την ίδια τη θέση τους μέσα στη ζωή: τη δική τους των άλλων. Πρόκειται για μια διευθέτηση που ξεπερνάει τη χρονική αλληλουχία μιας ζωής (παρελθόν-παρόν-μέλλον) και συντάσσεται από την ανάγκη τους για αξιακή πραγμάτωση. Τι κράτησαν από τη μοίρα τους; Τι διασώθηκε από το σάρωθρο του χρόνου; Ποιο σώμα άντεξε τις κακουχίες της ζωής; Ποιο ζητάει λίγες ακόμη ακριβές αισθήσεις; Κι όλα αυτά με μια ήρεμη αποδοχή σαν κι αυτή που συναντάμε στα διηγήματα της Άλις Μάνρο. Στα διηγήματα της Φυτιλή δεν συμβαίνουν εμπρηστικές εκρήξεις, ούτε θυμικές αντανακλάσεις. Είναι σαν να βλέπεις μια πρόσκαιρα αρυτίδωτη επιφάνεια που φτάνει ένα μικρό πετραδάκι να της προκαλέσει ομόκεντρους κύκλους. Μέσα σε αυτούς κινούνται οι ήρωες: σπειροειδώς, ακαταπόνητα, μακρόθυμα, επιφανειακά ατάραχοι, εσωτερικά, όμως, ζωσμένοι από τα δεσμά που τους καθορίζουν.
Η λυρικότητα των κειμένων είναι ευδιάκριτη, αλλά δεν έχουμε να κάνουμε με τον μελίρρυτο λυρισμό της ωραιοποίησης (ειδικά του παρελθόντος), αλλά της αποδοχής. Επειδή ακριβώς οι ήρωες της Φυτιλή δεν κραδαίνουν κάποια απόφαση για ριζικές αλλαγές, ούτε επιθυμούν να φέρουν τα πάνω κάτω, δείχνουν αποφασισμένοι να τακτοποιήσουν της μοίρας τις αποφάσεις όπως τους έρχονται. Η γλώσσα είναι λιτή, σχεδόν υλική, ακόμη και όταν μεταφέρει κρούσεις, χρώματα και μνήμες από το παρελθόν. Ο καθαρμός σε αυτές τις περιπτώσεις δεν υποσημειώνονται με βαρύ φορτίο λέξεων, αλλά με ισόποση, από τη μεριά της συγγραφέα, λιτότητα ύφους και προθέσεων.
Από τη δωρική έως την κινηματογραφική οπτική, η Φυτιλή μοιάζει πλέον περισσότερο ώριμη να διαχειριστεί το υλικό της και να δώσει πνοή στους ήρωές της. Η σχετικά πρόσφατη θητεία της στην ποίηση (με μια συλλογή στην οποία πνέει παρόμοιος άνεμος) δείχνει να της έδωσε τη δυνατότητα να αφαιρεί προσθέτοντας ό,τι πραγματικά χρειάζεται.
Από τα δώδεκα διηγήματα παρελαύνουν άνθρωποι της καθημερινότητας, της βιοπάλης, αλλοτινών καιρών, σε αθηναϊκό ή επαρχιακό περίγραμμα. Άνθρωποι που τους ξέρουμε και μας ξέρουν μόνο που τους βρίσκουν σε απομαγευτικές στιγμές ή σε άλλες που πρέπει να διαχειριστούν τα ζύγια της ζωής τους. Άρα, τους βρίσκουμε σε στιγμές κρίσιμες και καθοριστικές.

Από τα δώδεκα διηγήματα αυτό που ξεχωρίζει είναι το «Δίχτυ της Μνήμης», ίσως διότι μπορεί να λειτουργήσει και ως σενάριο σε ταινία μικρού μήκους. Έχει την απαραίτητη κινηματογραφική οπτική δημιουργώντας εικόνες με γκρο πλαν και περάσματα από χώρους και πρόσωπα. Από την άλλη, το πιο υποβλητικό, σπαραχτικά ανθρώπινο, είναι το διήγημα «Παρείσακτη» όπου ένα νέο κορίτσι παρακολουθεί το ερωτικό ξανασμίξιμο της γιαγιά της με τον εραστή της νεότητάς της. Ένας έρωτας που δεν βρήκε απάγκιο εμφανίζεται στην «Πισίνα» και η απουσία ολοκληρώνεται μέχρι τέλους. Ο «Αράπης» και τα «Σεντονάκια» φέρνουν μνήμες από άλλες εποχές και κινούνται μεταξύ νοσταλγίας, αλλά και πικρής ενθύμησης. Το «παράξενο καλοκαίρι» που έδωσε και τον τίτλο της συλλογής επικεντρώνεται στο διχασμό μιας κοπέλας όπου το τέλμα της καθημερινότητας διαχέεται μέσα στην αχαλίνωτη φαντασία. Στα «Σύρματα σιωπής», το ερωτικό παίγνιο είναι… καταδικασμένο να ακουστεί και όχι να σωματοποιηθεί. Διαμεσολαβητής είναι ένα τηλέφωνο, άρα και ο φόβος του κενού και της σιωπής – όπως και συμβαίνει. Το «βλέμμα» έχει την κυριολεκτική και μεταφορική έννοιά του για έναν άνθρωπο που δεν έχει ιδιότητες, όπως ο πρωταγωνιστής του συγκεκριμένου διηγήματος. Όλα συμβαίνουν μέσα από αυτά που καταγράφουν τα μάτια. «Στη χώρα των ματιών», όπως εύγλωττα αναφέρεται.
Υπάρχουν στιγμές μέσα στα διηγήματα όπου οι πιο σημαντικές δράσεις είναι όταν δεν γίνεται τίποτα. Αυτή η στατικότητα έχει ποιητική και υποβλητική εκφορά. Είναι το αποτέλεσμα μιας παραδοχής ή ίσως μια ήττας στα σημεία για τους ανθρώπους που βρίσκονται εν κενώ.


Δευτέρα 1 Αυγούστου 2016

O Kωνσταντίνος Μπούρας γράφει για το Παράξενο Καλοκαίρι, στο diavasame και στο περιοδικό Οδός Πανός.

Πεζογραφικές περιδιαβάσεις εντός των πλαισίων (κι ενίοτε στα όρια) του πολιτικώς ορθού. Ψυχισμοί και οντότητες, νοοτροπίες και υπερβάσεις (ή έστω απόπειρες υπερβάσεων), χαρμολύπη μη πεισιθάνατος. Η συγγραφέας Λίνα Φυτιλή γνωρίζει καλώς την τέχνη να κρούει στο θυμικό του αναγνώστη τις αρμονίες εκείνες που τον αναγκάζουν στην ενσυναίσθηση. Είναι όπως η αυτόματη αντίδρασή μας στα περιστέρια με τη σπασμένη φτερούγα που τα λιώνουν τα βιαστικά ταξί στις λεωφόρους της αναλγησίας. Ως παιδαγωγός, η λογοτέχνιδα επιδιώκει την ευαισθητοποίηση τρυφερών ψυχών, ή (για να μην είμαστε πιο ακριβείς) τη μη σκλήρυνση των ήδη ευαισθητοποιημένων. Είναι σαν το αναμνηστικό εμβόλιο του τετάνου, σαν τον αντιλυσσικό ορό, σαν τον αντιοφικό ορό, που μας βοηθάνε να μεταβολίσουμε τον θυμό και την οργή σε δημιουργικά αισθήματα αρωγής στον πλησίον. Ναι, αυτό είναι το μήνυμα που υποφώσκει κάτω από αυτά τα σύντομα πεζά: «αγαπάτε αλλήλους», αγαπάτε τον εαυτό σας, αγαπάτε τη μνήμη, ακόμα κι αν «όπου και να την αγγίξεις πονεί» (όπως καλά πόνεσε ο Σεφέρης). Συμφιλίωση με το παρελθόν, για να αντέξουμε το παρόν και να πορευτούμε στο μέλλον, νομοταγείς κι αναλλοίωτοι, συμβιβασμένοι με τον κόσμο, ειρηνεμένοι με τον εαυτό μας, γαληνεμένοι βαθιά μέσα στην ψυχή μας. Μια γλυκόπικρη γεύση αφήνει στην αισθητική μνήμη η ανάγνωση αυτών των πονημάτων της Λίνας Φυτιλή. Επιλέγει να μιλάει άλλοτε μέσα από ανδρικά κι άλλοτε μέσα από γυναικεία προσωπεία, εναλλάξ, συνήθως σε πρώτο πρόσωπο και σπανιότερα σε τρίτο ενικό. Ανθρωπιά, ανθρωπισμός, ουμανιστικά ιδεώδη, όλα αυτά που ενδυνάμωσαν την Εκπαίδευση από τον Διαφωτισμό και μετά, στην πλέον λογοτεχνικώς επεξεργασμένη μορφή τους. Οι ιστορίες δώδεκα, όσοι και οι απόστολοι του Χριστού.
Ας ακούσουμε όμως την ίδια την καλή συγγραφέα: «Κουνάω το κεφάλι και σκέφτομαι ότι μπορεί αυτές οι ιστορίες να είναι γέννημα-θρέμμα της φαντασίας της, ότι τις κατεβάζει από το μυαλό της, μόνο και μόνο για να μ' εντυπωσιάσει. Αλλά δεν είμαι σίγουρη. Έτσι δεν λέω τίποτα, ρίχνω μια ματιά στον σκοτεινό δρόμο, στην πινακίδα απέναντι, που με το ζόρι ξεχωρίζει πια, στις φιγούρες μας που αχνοφέγγουν στο τζάμι και στις ξεχειλωμένες σκιές μας που απλώνονται στο δωμάτιο. Για μια στιγμή νομίζω ότι είναι οι πλασματικές μορφές άλλων ανθρώπων, προγόνων από το παρελθόν, που μας επισκέφθηκαν απόψε, έτσι για να πάρουν μια ιδέα από τον σύγχρονο κόσμο και ν' ακούσουν τις κουβέντες μας, να δουν αν σκεφτόμαστε καθόλου τα περασμένα ή τα 'χουμε ξεχάσει».
Η Λίνα Φυτιλή γεννήθηκε στη Λάρισα το 1974. Ζει στον Αλμυρό Μαγνησίας και εργάζεται ως εκπαιδευτικός στην πρωτοβάθμια εκπαίδευση. Το 1997 δημοσιεύτηκε η νουβέλα της «Οι νύχτες της άχρωμης κιμωλίας» (Καστανιώτης). Το 2011 εκδόθηκε το μυθιστόρημα «Τώρα είναι αργά» (Απόπειρα). Το 2014 ακολούθησε η ποιητική συλλογή «Μυθική Μέρα» (Ενδυμίων).

Τρίτη 12 Ιουλίου 2016

Κυριακή 10 Ιουλίου 2016



«Παράξενο καλοκαίρι», Λίνα Φυτιλή, εκδ. Εστία
 Γράφει η Τέσυ Μπάιλα στο thinkfree
 Με ματιά τρυφερή και ταυτόχρονα νοσταλγική υπογράφει τα δώδεκα διηγήματα της συλλογής «Παράξενο καλοκαίρι» η Λίνα Φυτιλή, που κυκλοφορεί από τις εκδ. Εστία. Συνδετικός ιστός των διηγημάτων αυτών η ανθρώπινη μοίρα. Η σχέση του ανθρώπου με το χρόνο και τις αλλαγές που φέρνει στη ζωή. Το ξόδεμα και το στοίχειωμά του, η νοσταλγία για ό,τι έφυγε και θα χαθεί. Αλλά και η μνήμη ως προσδιοριστικός παράγοντας ενδοσκόπησης. 
   Η Φυτιλή καταθέτει ένα αφηγηματικό κολάζ για την ανθρώπινη συνείδηση και ταυτόχρονα οδηγεί τους ήρωές της στα μονοπάτια της αυτογνωσίας, εκεί όπου θα ανακαλύψουν εκ νέου τον πραγματικό τους εαυτό. Χαμένες επιθυμίες, ανεργία, ανεκπλήρωτοι έρωτες, αντανακλάσεις συναισθημάτων πάνω στο χρόνο, συμβιβασμένες συνειδήσεις. Στοιχεία που συγκροτούν την αφηγηματική ροή των διηγημάτων και γίνονται η αφορμή για να αναλογιστεί ο αναγνώστης πόσο αλώβητος παραμένει ο άνθρωπος μέσα στην πορεία του χρόνου, πόσα όνειρα χάνει ή συμβιβάζεται να σταματήσει να κάνει. 
  Διηγήματα γραμμένα μελωδικά. Η γλώσσα που χρησιμοποιεί η συγγραφέας είναι τρυφερή και αισθαντική. Η εκφραστική της ροή δίνει μια δύναμη στα κείμενά της, όπως συμβαίνει στο εξαιρετικό «Δίχτυ της μνήμης», κάνοντάς τα να μοιάζουν σκηνές από κινηματογραφική ταινία. Η συγγραφική της ευαισθησία αυξάνει το αναγνωστικό ενδιαφέρον, καθώς φέρνει στο φως όλο το συναισθηματικό ορίζοντα των απωλεσμένων ονείρων των ηρώων. Και τότε τους στήνει αντιμέτωπους μαζί του και ο αναγνώστης βλέπει την προσωπική τους πάλη με το τέλος της δικής τους εποχής. 
  Σημαντικές είναι και οι σιωπές των ηρώων. Η Φυτιλή τις χρησιμοποιεί με ιδιαίτερη μαεστρία. Η ερωτική ανάγκη που κρύβει η φωνή όταν περνά μέσα από τα σύρματα του τηλεφώνου. Οι κρυμμένες εντάσεις πάνω στη θολή αντανάκλαση του σώματος στο τζάμι. Το θολό τοπίο μιας μαραμένης ψυχής που ακροβατεί στο μεταίχμιο της συνειδητοποίησης του ασύνειδου, «μια Δευτέρα γεμάτη άνοιξη» και ο ορίζοντας των τυχαίων, των απροσδόκητων συναντήσεων. Ο αόρατος θόρυβος που κάνει ένα τυχαίο βλέμμα. Όλα όσα συνομολογούν τη χαμένη αθωότητα ενός ανθρώπου που αναμετράται με τις φιλοδοξίες, τις ανάγκες, τα όνειρά του συναρμολογημένα σε μια τρυφερή συλλογή διηγημάτων που γίνεται η αφορμή για την προσωπική ενδοσκόπηση του ίδιου του αναγνώστη.

Δευτέρα 4 Ιουλίου 2016

Eίναι χαρά μου που συμμετέχω στον τελευταίο σταθμό του CROWD OMNIBUS Reading Tour στην Ελλάδα. Στο Polis Art cafe, στις 13 Ιουλίου στην Αθήνα, διαβάζοντας ποιήματα.
Το CROWD OMNIBUS Reading Tour ξεκίνησε από το Ελσίνκι, για κλείσει τη διαδρομή του στη Λεμεσό. Συμμετέχουν πάνω από 100 συγγραφείς από 37 χώρες. Πρόκειται για ένα ταξίδι με λεωφορείο, δώδεκα εβδομάδων, μέσα από 14 Ευρωπαϊκές χώρες, με πάνω από 50 στάσεις όπου εμπλέκονται περισσότεροι από 30 τοπικοί εκπρόσωποι, με δεκάδες αναγνώσεις λογοτεχνικών κειμένων, παραστάσεις, εκδηλώσεις, συζητήσεις, συναντήσεις και εργαστήρια.
Είναι αλληλοενημέρωση στο χώρο της λογοτεχνίας. Είναι συγχρωτισμός, αλληλεπίδραση, ανταλλαγή Ιδεών.
Τα σκέλη της διαδρομής είναι:
Α. 02.-21.05.2016 - Φινλανδία, Νορβηγία, Σουηδία
Β. 22.05.-12.06.2016 - Γερμανία, Πολωνία, Τσεχία
Γ. 13.06.-04.07.2016 - Αυστρία, Σλοβενία, Σερβία, Βουλγαρία
Δ.05.-24.07.2016 - Τουρκία, Ελλάδα, Κύπρος.


Κυριακή 3 Ιουλίου 2016

http://bit.ly/bibl020716

O Θανάσης Νιάρχος γράφει για το Παράξενο Καλοκαίρι, στα Νέα του Σαββατοκύριακου στο Βιβλιοδρόμιο.


Δευτέρα 27 Ιουνίου 2016

Tuesday, 28 June 2016


Lina Fitili

                                            Michalis Economou, Houses with boat, 1836

Pink whitewash

On the days when

a grey bird

sits by the seaweeds

its beak stretched, 

you make imaginary circles like a whirling dervish.

A hot and humid afternoon in a breathless light is memory,

an unfamiliar body,

in an unknown millenium, plays solitaire

on the cardboard box of your family house.



Ροζ ασβέστης 


Τις μέρες που

ένα γκρίζο πουλί

στέκεται δίπλα στα φύκια 

με το ράμφος τεντωμένο,

κάνεις νοερούς κύκλους δερβίση γύρω απ ́το ίδιο σημείο.

Ένα ζεστό κι υγρό απόγευμα σε φως ξέπνοο η μνήμη,

ένα ανοίκειο σώμα

σε άγνωστη χιλιετία, ρίχνει πασιέντζες

πάνω στο χάρτινο κιβώτιο του πατρικού σου σπιτιού.



Λίνα Φυτιλή

Μετάφραση Χρυσάνθη Πολύζου-

Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

Αυτό που σε στοιχειώνει 

Αυγή on line

  • |
  • 07.06.2016
Αυτό που σε στοιχειώνει

Photo Copyright - ΔΙΑΦΗΜΙΣΤΙΚΗ

Της Ευγενίας Μπογιάνου

«Τι είναι αυτό που σε στοιχειώνει;» αναρωτιέται ο Σεργκέι κολυμπώντας μέσα στα παγωμένα νερά της λίμνης, αυτής της ρευστής επιφάνειας, που αντιπροσωπεύει τη μόνη πατρίδα.
Στοιχειωμένοι, άνθρωποι που κατοικούνται από φαντάσματα, είναι στο σύνολό τους οι ήρωες των δώδεκα διηγημάτων υπό τον τίτλο «Παράξενο καλοκαίρι» της Λίνας Φυτιλή.
Η έντονα νοσταλγική διάθεση του πρώτου διηγήματος δίνει τη θέση της στον σπαρακτικό «Αράπη» και «στις επιθυμίες που τις κατάπιαν οι εποχές». Στο αμέσως επόμενο, η «Παρείσακτη» εγγονή παρακολουθεί έναν ανεκπλήρωτο έρωτα της συνονόματης γιαγιάς της και επιλέγει να δραπετεύσει από «τα όρια του δωματίου, τα σχήματα, τα χρώματα, τις θηλιές των σωμάτων» σε ένα ωραίο ονειρικό φινάλε. Η έξωση, αποτέλεσμα της ανεργίας, οδηγεί τον ήρωα στο διήγημα που ακολουθεί, βλέποντας «όλα τα όνειρά του να βγαίνουν στο σφυρί», να διανυκτερεύει σε ένα γιαπί και δίνει τη δυνατότητα στη συγγραφέα, με πινελιές ευαισθησίας σε έναν πίνακα ανθρώπινων διαστάσεων, να διηγηθεί μια τρυφερή ιστορία φιλίας και αλληλεγγύης.
Διαβάζοντας το «Δίχτυ της μνήμης», ένα από τα ωραιότερα διηγήματα της συλλογής, αρχικά είχα την εντύπωση πως παρακολουθούσα ταινία μικρού μήκους: η βροχερή πόλη, οι θολές αντανακλάσεις των σωμάτων στα τζάμια, οι σιωπές, ο χορός του Κρητικού. Στη συνέχεια ήμουνα ή θα ήθελα να ήμουνα κι εγώ μέλος της παρέας των δύο γυναικών, να καθόμουνα μαζί τους, με ένα ποτήρι τσίπουρο και λίγο μεζέ, παρατηρώντας τη βροχή να βρωμίζει τα τζάμια, άλλη μια «Κουρασμένη γυναίκα που αγαπάει το παρελθόν της», συμβιβασμένη με την ιδέα πως «Καμιά αδικία δεν διορθώνεται όταν όλα έχουν τελειώσει». Στην «Πισίνα» ο ανεκπλήρωτος έρωτας που βασανίζει την ηρωίδα την αφήνει στο τέλος με άδεια χέρια να σκέφτεται «τον τιποτένιο θεό που πέρασε από δίπλα της και μετά εξαφανίστηκε».
Στο «Μια Δευτέρα γεμάτη άνοιξη» η μοναχική ηρωίδα αφήνεται τελικά να παρασυρθεί από μια μοιραία συνάντηση. Στο ομότιτλο με τη συλλογή διήγημα, τα όρια της εφηβικής φαντασίας -η πάλη με την πλήξη, με άλλα λόγια- συγχέονται με την πραγματικότητα, με αποτέλεσμα «την υπέρβαση κάθε λογικής». Στα εξαιρετικά «Σύρματα σιωπής», η ερωτική ένταση περνάει μέσα από τα τηλεφωνικά σύρματα και καταλήγει σε μια τελεσίδικη σιωπή. Στο «Σπίτι» ζωντανεύει το παρελθόν -με όλη την αμφισημία του- και διαφαίνεται το μέλλον μέσα στην αποτύπωση του παρόντος. Στο «Βλέμμα», ένας «αόρατος, αθόρυβος» άνθρωπος καταλαβαίνει πως το μεγαλύτερο ταξίδι είναι αυτό «στη χώρα των ματιών».
Δεν ξέρω αν πρόκειται για πνευματική οκνηρία, έλλειψη παράδοσης στο μυθιστόρημα, θέμα ιδιοσυγκρασίας ή ό,τι άλλο, πάντως τα τελευταία αρκετά χρόνια η ενασχόληση πολλών συγγραφέων, παλαιότερων αλλά και νέων, με τη μικρή φόρμα, δίνει άρτιες συλλογές διηγημάτων που πολλές από αυτές είναι μικρά κομψοτεχνήματα. Μια τέτοια είναι και το «Παράξενο καλοκαίρι» της Λίνας Φυτιλή. Πεζογράφος χαμηλής φωνής, με θητεία όμως και στην ποίηση, κάτι που ανιχνεύεται στην πυκνότητα των νοημάτων που έχουν οι φράσεις της. Φράσεις λιτές με μεγάλη υφολογική σαφήνεια. Ο τόνος της αφήγησης είναι αποστασιοποιημένος και κάπως απρόσωπος, με έντονο συγκινησιακό έλεγχο, δημιουργώντας μια ψευδή εντύπωση πως είμαστε αντιμέτωποι με μια ασάλευτη επιφάνεια. Όταν όμως μπει κανείς στον κόσμο της Φυτιλή -έναν κόσμο συναίνεσης για τη μοίρα του ανθρώπου, ό,τι κι αν σημαίνει αυτό-, βιώνει τη συγκίνηση σαν ένα μικρό κλονισμό, σαν το κέντρισμα ενός βέλους που σε βρίσκει στην καρδιά και δοκιμάζει τα όρια του ανθρωπισμού σου. Το μεγάλου ατού της συγγραφέως είναι η γλώσσα. Μια γλώσσα δίχως περιττά στολίδια, που, φαινομενικά χωρίς προσπάθεια, αλλά με τις κατάλληλες λέξεις στη σωστή σειρά -πράγμα που απαιτεί πολλή προσπάθεια- αναδεικνύει το βάθος και την ένταση των ιστοριών της με τον καλύτερο δυνατό τρόπο.

Κυριακή 5 Ιουνίου 2016


Στην Καθημερινή, στον Ηλία Μαγκλίνη.

500 λέξεις με τη Λίνα Φυτιλή

Η Λίνα Φυτιλή γεννήθηκε στη Λάρισα το 1974. Ζει στον Αλμυρό Μαγνησίας και εργάζεται ως εκπαιδευτικός στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση. Τo 1997 δημοσιεύτηκε η νουβέλα της «Οι νύχτες της άχρωμης κιμωλίας», Καστανιώτης. Το 2011 εκδόθηκε το μυθιστόρημά της «Τώρα είναι αργά», Απόπειρα. Το 2014 κυκλοφόρησε η ποιητική συλλογή της «Μυθική μέρα», Ενδυμίων. Πρόσφατα κυκλοφόρησαν τα διηγήματά της, με τον τίτλο «Παράξενο καλοκαίρι» από τις εκδόσεις της Εστίας.
Ποια βιβλία έχετε αυτό τον καιρό πλάι στο κρεβάτι σας;

Αυτό τον καιρό διαβάζω το μυθιστόρημα «Καρδιά τόσο άσπρη» του Javier Marias και το βιβλίο «Εξι Ευρωπαίοι ποιητές», σε μετάφραση του Αλέξανδρου Ισαρη.
Ποιος ήρωας/ηρωίδα λογοτεχνίας θα θέλατε να είστε και γιατί;

Η Αλίκη στη χώρα των θαυμάτων του Λιούις Κάρολ για την αινιγματική της αθωότητα και τη ροπή της προς την περιπέτεια.
Με ποιον συγγραφέα θα θέλατε να δειπνήσετε;

Με τον Αντόνιο Ταμπούκι έχω την αίσθηση πως θα κάναμε καλή παρέα. Με τον Δημήτρη Πετσετίδη, παρά τη διαφορά ηλικίας μας, μου αρέσει πάντα να συζητάω μαζί του.
Ποιο ήταν το τελευταίο βιβλίο που σας έκανε να θυμώσετε;
Δεν θυμώνω με βιβλία. Αν κάποιο δεν μου αρέσει, το αφήνω στην άκρη.
Και το τελευταίο που σας συγκίνησε;
Με συγκίνησε το βιβλίο «Τρόποι να γυρίζεις σπίτι» του Alejandro Zamba από τις εκδόσεις Ικαρος. Επίσης τα διηγήματα του Θανάση Βαλτινού «Επείγουσα ανάγκη ελέου», που τα διάβασα αρκετές φορές.
Ποιο κλασικό βιβλίο δεν έχετε διαβάσει και ντρέπεστε γι’ αυτό;
Δεν κατάφερα να ολοκληρώσω το «Αναζητώντας τον χαμένο χρόνο» του Μαρσέλ Προυστ.
Τι είναι το «Παράξενο καλοκαίρι»; Βρίσκεται κάπου εκεί έξω ή μέσα μας;

Είναι η ανάγκη να δραπετεύεις από έναν σίγουρο κόσμο σε μια πιο υπεραισθητή εκδοχή του. Ο τρόπος να υπερβαίνεις μια αδυσώπητη καθημερινότητα. Ολα υπάρχουν μέσα μας και γύρω μας. Δεν χρειάζεται να επινοήσουμε μια δική μας μεταφυσική, αλλά να παρατηρήσουμε γύρω μας.
Σας ενδιαφέρει η σύντομη φόρμα στην πεζογραφία και ειδικά η διηγηματογραφία;

Με ενδιαφέρει πολύ το διήγημα, όπως και η ποίηση. Τα μικρότερης έκτασης μυθιστορήματα. Οι γρήγοροι ρυθμοί της ζωής, ο καταιγισμός των πληροφοριών, ο κόσμος που γίνεται ολοένα πιο αποσπασματικός, οδηγούν με τον καιρό σε αφηγήσεις πιο περιεκτικές και σύντομες.
Εχετε fb, twitter; Εάν ναι, εμποδίζουν ή εμπλουτίζουν το γράψιμο και το διάβασμα;
Εχω μόνο fb. Το χρησιμοποιώ με μέτρο. Είναι ένα χρήσιμο μέσο ενημέρωσης και επικοινωνίας, ιδίως όταν ζεις στην επαρχία. Φροντίζω, πάντως, να μη με αποσπά από τα ενδιαφέροντά μου.
Έντυπη

Δευτέρα 30 Μαΐου 2016


Η Μαρία Στασινοπούλου γράφει στη χτεσινή Εφημερίδα των Συντακτών για το Παράξενο Καλοκαίρι.

Το Παράξενο καλοκαίρι είναι το τέταρτο κατά σειρά βιβλίο της Λίνας Φυτιλή∙ έχουν προηγηθεί: η νουβέλα Οι νύχτες της άχρωμης κιμωλίας (1997), το μυθιστόρημα Τώρα είναι αργά (2011) και η ποιητική συλλογή Μυθική μέρα (2014). Το βίωμα από πρώτο αλλά και από δεύτερο χέρι∙ όσα ζούμε και όσα μας λένε οι άλλοι ότι ζήσανε: μια γιαγιά, μια νονά, ένας συνάδελφος, ένας φίλος.

Παιδιά που παίζοντας στην αυλή ατενίζουν τα καράβια και μαθαίνουν τη ζωή∙ ένας σκύλος που τον σκοτώνουν και ζωντανεύει στο όνειρο∙ μια εγγονή που, ακροβατώντας ανάμεσα στη μνήμη και την πραγματικότητα, παρακολουθεί αθέατη την κρυφή ζωή της συνονόματης γιαγιάς της∙ ένας απολυμένος άνεργος και άστεγος στην απάνθρωπη πόλη ζητά «μια παράταση χαράς» μέσα στο χιόνι ή στη μυρωδιά από τα ζεστά κάστανα∙ άνθρωποι που θυμούνται τα παλιά και βρίσκουν διέξοδο «σ’ ένα παρόν με μετρημένες διαστάσεις», όπως η Γλυκερία στο εξαιρετικό «Το δίχτυ της μνήμης»∙ άνθρωποι που βολεύονται σε εποχικές δουλειές και μετά, βουτηγμένοι στην ανασφάλεια, ξημεροβραδιάζονται στα γραφεία ευρέσεως εργασίας∙ δύο πρώην ερωτευμένοι που εκτονώνονται με μακρόπνοα πρωινά τηλεφωνήματα∙ πατρικές κληρονομιές που βγαίνουν στο σφυρί∙ βλέμματα που μόλις θητεύσεις στο αλφαβητάρι τους σε ταξιδεύουν σε βάθη και ύψη, αυτός είναι ο κόσμος και οι συνθήκες που απομονώνει η συγγραφέας, η οποία καταγράφει το παρόν, επιστρέφει στο παρελθόν και ψάχνει το μέλλον των ηρώων της.
Η ποιότητα των ιστοριών είναι άνιση, κάποια με υψηλό τον πήχη, όπως το «Μια πατρίδα για τον Σεργκέι», «Το βλέμμα» ή «Το δίχτυ της μνήμης», άλλα επαρκώς καλά, τα περισσότερα, και κάποια αδύναμα, όπως το ομότιτλο με τη συλλογή διήγημα.

Η εντύπωσή μου είναι ότι η Φυτιλή, χειριζόμενη με άνεση τον λόγο, αποδίδει καλύτερα στην απλή αφήγηση∙ όταν επιχειρεί να απομακρυνθεί από την πραγματικότητα ενισχύοντας το μερίδιο της φαντασίας, χάνει λίγο τον στόχο. Πρόκειται πάντως για γραφή αισθαντική και τρυφερή, που παρακολουθεί με ματιά διεισδυτική τον γύρω και τον μέσα κόσμο των ηρώων της.

Πέμπτη 5 Μαΐου 2016

Λίνα Φυτιλή: Πολλές φορές νιώθω σαν ζογκλέρ

Λίνα Φυτιλή: Πολλές φορές νιώθω σαν ζογκλέρ
Η συγγραφέας και ποιήτρια Λίνα Φυτιλή μάς μιλά για τους ήρωες της συλλογής διηγημάτων της«Παράξενο Καλοκαίρι» που κυκλοφόρησε πρόσφατα και για τις απαιτήσεις της καθημερινότητας που επιβάλλονται εντός κι εκτός συγγραφικού χρόνου.

Συνέντευξη: Πηνελόπη Πετράκου

Culture Now: Στο εξώφυλλο του βιβλίου βλέπουμε το έργο«Μαρία» του Βασίλη Σελιμά. Πώς έγινε η επιλογή;

Λίνα Φυτιλή: Μου αρέσει πολύ η δουλειά του Βασίλη. Όταν είδα αυτό το έργο, ακαριαία σκέφτηκα ότι θα ήθελα να είναι το εξώφυλλο του νέου μου βιβλίου. Του το πρότεινα κι εκείνος δέχτηκε με χαρά.

CN.: Στο διήγημα «Το δίχτυ της μνήμης» η Γλυκερία είναι δεμένη πάνω στις μνήμες της. Γινόμαστε πιο ισχυροί όσο δεν ξεχνάμε;

Λ. Φ.: Η μνήμη είναι ένα καταφύγιο, ακόμη κι όταν υπάρχουν βιώματα οδυνηρά. Δεν ξέρω αν γινόμαστε πιο δυνατοί, πάντως απ’ αυτά τα γεγονότα που δεν σ’ αφήνουν στην ησυχία σου, συνήθως κάτι καλό προκύπτει. Η λήθη κι η ομοιομορφία είναι που σκοτώνει.

CN.: Απ’ τα διηγήματα προβάλλει μια θλίψη για τις κατά καιρούς απώλειες. Ποια απώλεια κοστίζει περισσότερο στους ήρωές σας;

Λ. Φ.: Καθετί που χάνεται έχει ένα τίμημα. Τα θρύμματα της παλιάς ευδαιμονίας, τα κομμάτια μιας άλλης ζωήςκοστίζουν περισσότερο απ’ όλα. Η απώλεια της αθωότητας.

CN.: Βρίσκετε τη μικρή φόρμα πιο συμβατή με την πένα σας;

Λ. Φ.: Αγαπώ πολύ τη μικρή φόρμα γιατί μπορεί να δίνει εύρος στην περιεκτικότητα, την αυτάρκεια και το ρυθμό. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μου αρέσουν τα μυθιστορήματα. Πάντως εκτός από κάποια ογκώδη κλασσικά έργα, ρέπω περισσότερο σε μικρότερης έκτασης βιβλία. Ίσως οι εξαντλητικοί ρυθμοί της ζωής μας, η αποσπασματικότητά της να μας οδηγούν με τον καιρό σε συντομότερες και περιεκτικότερες μορφές αφήγησης.

CN.: Σε παλαιότερη συνέντευξή σας διαβάσαμε πως έχετε «μουσικές εμμονές». Στο Παράξενο Καλοκαίρι, τι μουσική ακούγατε;

Λ. Φ.: Στο συγκεκριμένο βιβλίο άκουγα πότε τον ήχο της θάλασσας από το ανοιχτό παράθυρο, πότε τους ήχους της πόλης. Μια ορχηστρική μουσική της φύσης. Υπήρχαν φορές που δεν άκουγα τίποτα, όταν έγραφα με κλειστά παράθυρα.

CN.: Πόσο αρμονικά συνδυάζονται η εργασία σας κι η καθημερινότητά σας ως μητέρα με τη συγγραφή;

Λ. Φ.: Είναι ένας αγώνας δρόμου. Τα διαστήματα που γράφω ξυπνάω πάρα πολύ νωρίς, στις  5:30 το πρωί. Δουλεύω μέχρι τις 7:00 και μετά ετοιμάζομαι για το σχολείο. Φροντίζω ακόμη να εκμεταλλεύομαι κάθε στιγμή πολύτιμης ησυχίας. Πολλές φορές νιώθω σαν ζογκλέρ, είναι πραγματικά δύσκολο.

CN.: Στην αρχή του διηγήματος «Παράξενο καλοκαίρι» σημειώνετε στίχους του Γιάννη Τζανετάκη. Πώς συνδέονται με το διήγημα;

Λ. Φ.: Οι στίχοι είναι: «Πως έγινε άξαφνα ο βίος βαθύς/ που βρήκε τοίχο/ σκάλες να κατέβει». Τους παραθέτω επειδή σκέφτηκα ότι ο έφηβος της ιστορίας που παρακολουθεί τις ζωές των άλλων κρυφά ή φαντάζεται πράγματα σε βαθμό υπερβολής, όπως αλλόκοτες πτήσεις αντικειμένων, νιώθει ξαφνικά ότι κατρακυλάει σε μια ζωή ξένη, σε έναν βίο που αναιρεί την τάξη του κόσμου, όπως τον ήξερε ως τότε. Κι ίσως αυτό να επιθυμεί κιόλας.

CN.: Στην «Πισίνα», ο θυμός από τον ανεκπλήρωτο έρωτα δεν περνά. Στην «Παρείσακτη», ο απαγορευμένος έρωτας στοιχειώνει δυο βίους.  Το πείσμα για την πραγμάτωσή του είναι ηρωισμός ή εγωισμός; 

Λ. Φ.: Στις μέρες μας επικρατεί περισσότερο ο εγωισμός και χρειάζεται μια ηρωική αποφασιστικότητα για να αφεθείς σε ένα τόσο δυνατό συναίσθημα, η οποία συνήθως, λείπει από τους περισσότερους ανθρώπους.

CN.: Αυτόν τον καιρό είστε σε διαδικασία γραφής ποιημάτων, πεζού ή απλώς διαβάζετε;

Λ. Φ.: Διαβάζω πάντα. Τους τελευταίους μήνες γράφω ποιήματα και διορθώνω ένα πεζό. Δεν έχω αποφασίσει όμως, τι θα ακολουθήσει.


Πέμπτη 28 Απριλίου 2016


Γράφει η Ράνια Μπουμπουρή




Η παρούσα συλλογή 12 διηγημάτων είναι το τέταρτο λογοτεχνικό έργο της εκπαιδευτικού Λίνας Φυτιλή (γενν. 1974, Λάρισα). Προηγήθηκε η νουβέλα Οι νύχτες της άχρωμης κιμωλίας(Καστανιώτης, 1997), το μυθιστόρημα Τώρα είναι αργά (Απόπειρα, 2011) και η ποιητική συλλογήΜυθική μέρα (Ενδυμίων, 2014).
Κάθε διήγημα της εν λόγω συλλογής αποτελεί έναν διαφορετικό, οικείο όμως κόσμο. Όλες οι ιστορίες, εκτός από τον «Αράπη», διαδραματίζονται στο σήμερα ή ανάμεσα στο σήμερα και το χθες, με τη συγγραφέα να μπαινοβγαίνει με άνεση στη γυναικεία και την ανδρική ψυχολογία, αφού στις μισές ιστορίες ο κύριος χαρακτήρας ανήκει στο ανδρικό φύλο –αγόρι, νέος ή άντρας– και στις υπόλοιπες στο γυναικείο –κορίτσι, κοπέλα ή γυναίκα–, άνεση που παρατηρείται και στα διαφορετικά ηλικιακά τους γνωρίσματα.
Το πρώτο διήγημα, «Τα σεντονάκια», μια γλυκόπικρη ιστορία θερινής ανεμελιάς που εξελίσσεται σε θλίψη αποχωρισμού, μας εισάγει στο ύφος που χαρακτηρίζει εν γένει τη συλλογή· ύφος νοσταλγικό αλλά στέρεο, οικείες εναλλασσόμενες εικόνες, που συνήθως κλιμακώνονται επιφυλάσσοντας μια έκπληξη για το τέλος της ιστορίας, γνώριμοι ήχοι που σβήνουν με τρόπο απροσδόκητο, καθώς: «Στα όνειρα, όλα επιτρέπονται. Είχαμε κι εμείς όνειρα κάποτε, τραγούδια που αγαπούσαμε και τα ψιθυρίζαμε κλεφτά. Επιθυμίες, που τις κατάπιαν οι εποχές» («Ο Αράπης», σελ.28).
Ιστορίες διαχρονικής αγάπης μπλέκονται με ιστορίες διαχρονικής, πολυεπίπεδης προδοσίας, ιστορίες ανοιχτές σε ερμηνείες, που κορυφώνονται σ’ ένα εξίσου ανοιχτό ερμηνευτικά τέλος: «Ελευθερία και έρωτας. Δεν είναι εύκολο να συνυπάρξουν», λέει αυτή. «Εμείς βρήκαμε έναν τρόπο», λέει αυτός (σελ.35). Αξιοσημείωτη θεματική ποικιλία, καθώς το ενδιαφέρον της συγγραφέως εστιάζεται και στην ψυχολογία του νεαρού μετανάστη, στην ανάγκη του νέου ανθρώπου να νιώσει αποδεκτός, στην έννοια της πατρίδας, που ίσως για κάποιους να είναι εξίσου ρευστή με την επιφάνεια μιας λίμνης («Μια πατρίδα για τον Σεργκέι»).
Κοινός άξονας σε κάποιες ιστορίες είναι το άρπαγμα από τις αναμνήσεις του παρελθόντος για την αντιμετώπιση του σκληρού παρόντος («Τα πράγματα που μας συντροφεύουν», «Το δίχτυ της μνήμης»). Σε κάθε περίπτωση, οι χαρακτήρες προσεγγίζονται από άλλη σκοπιά και τα διηγήματα δομούνται με διαφορετικό τρόπο, ωστόσο έντεχνα παρουσιάζονται οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης στην καθημερινότητα ανθρώπων πάνω στην ακμή τους, που έχουν ζήσει και νοσταλγούν μιαν αλλιώτικη ζωή.
Στο διήγημα «Η πισίνα» παρατηρείται ύφος πιο αποσπασματικό, και πάλι όμως η εποχική δουλειά, ο εποχικός έρωτας και ο εποχικός πόθος κλιμακώνονται σε μια κατάσταση ζοφερή, που ασφαλώς και δεν είναι εποχική, έρχεται όμως αμέσως μετά η ιστορία «Μια Δευτέρα γεμάτη άνοιξη» για να προσφέρει στον αναγνώστη τη δροσιά και την αισιοδοξία της άνοιξης. Το «Παράξενο καλοκαίρι», που δανείζει τον τίτλο του σε όλο το έργο, είναι πράγματι το πιο παράξενο διήγημα της συλλογής. Και πάλι, έχουμε μια ιστορία ανοιχτή σε πολλές ερμηνείες – από την πιο αθώα, εφηβική, αν και παραληρηματική, εκδοχή, έως τη μεταφυσική προσέγγιση ενός υπεραισθητού κόσμου.
Η Λίνα Φυτιλή, κατέχοντας τα μυστικά της μικρής φόρμας, παρουσιάζει δώδεκα καλοδομημένα διηγήματα διαφορετικών καταστάσεων και χαρακτήρων, τα οποία, είτε συνδέονται εσωτερικά μεταξύ τους είτε όχι, αποτελούν ένα αρμονικό σύνολο, στον κόσμο του οποίου αξίζει να περιηγηθεί κανείς.  

Τετάρτη 20 Απριλίου 2016

Τετάρτη, 20 Απριλίου 2016


Εστιάζοντας στο "ήσσον"



Ο συγγραφέας και φιλόλογος Παναγιώτης Χατζημωυσιάδης γράφει για το Παράξενο Καλοκαίρι.



Παράξενο Καλοκαίρι,
Λίνα Φυτιλή, εκδ. Εστία, Αθήνα 2016, σελ. 132

Αριθμώ τα μέρη του βιβλίου: δώδεκα στο σύνολο διηγήματα ενταγμένα σε ενιαία συλλογή υπό τον αδέξιο – κατά την αντίληψή μου – τίτλο του ενός και όχι πιο χαρακτηριστικού διηγήματος και υπό τη μορφή μιας αρκετά καλαίσθητης από όλες τις απόψεις – αν μου επιτρέπεται το σχόλιο – έκδοσης. Ο λόγος για τη νέα συλλογή της Λίνας Φυτιλή, «Παράξενο Καλοκαίρι», τρίτο στη σειρά πεζογραφικό έργο της ύστερα από το μυθιστόρημα «Τώρα είναι αργά» (εκδ. Απόπειρα, 2011) και τη νουβέλα «Οι νύχτες της άχρωμης Κιμωλίας (εκδ. Καστανιώτης, 1997).
Αν υπάρχει κάτι ενιαίο στην πολυθεματική εστίαση της συγγραφέα, έχει να κάνει με την εμμονή της στο ήσσον: η ανθρώπινη απουσία περιγράφεται σαν άδειο σεντόνι, η απώλεια της παιδικής αθωότητας σκιαγραφείται σαν σαλεμένος σκύλος, οι πληγές του παρελθόντος γίνονται τηλεφωνικές σιωπές, η βία της ανεργίας αποδίδεται με τη μορφή άδειου βλέμματος και η αποκοπή από το παρελθόν εξιστορείται μέσα από την πώληση της πατρικής οικίας. Με αυτό τον τρόπο, η συγγραφέας χωρίς να υποτιμά το γενικό περίγραμμα του μείζονος καταφέρνει να αποδίδει πιο πυκνούς και πολλαπλασιασμένους τους κραδασμούς του, κλείνοντάς τους σε ό,τι φαινομενικά μοιάζει να είναι ήσσονος σημασίας.
Μια παράλληλη κίνηση που παρατηρώ είναι η ανεπαίσθητη μετακίνηση από ό,τι παρουσιάζεται σαν κεντρικό θέμα σε κάτι άλλο, με την εξής διαδικασία: υπάρχει ένας βασικός θεματικός άξονας που ξετυλίγεται. η αφήγηση τον απλώνει για να εμβαθύνει εντός του. με την τεχνική της προσήμανσης αναδεικνύεται μία από τις πτυχές του. στο τέλος τούτη η πτυχή εδραιώνεται. Έτσι, το θέμα στο «Σπίτι» μετατοπίζεται από την πώληση του πατρικού στην αδελφή, το θέμα στην «Παρείσακτη» μετατοπίζεται από το ζευγάρι των ηλικιωμένων στον απρόσκλητο ωτακουστή, το θέμα στα «Πράγματα που μας συντροφεύουν» μετατοπίζεται από τον άστεγο στις χειρονομίες αλληλεγγύης. Η απόσταση που εξασφαλίζεται μέσα από αυτήν ακριβώς τη μετακίνηση διευκολύνει τη συγγραφέα να ανιχνεύσει, να αφουγκραστεί και να ψηλαφίσει πιο αβίαστα, πιο στοχαστικά και το αρχικό θέμα και τις επιμέρους παραφυάδες του, ώστε το συνολικό αποτέλεσμα να φέρει το στοιχείο της ολοκλήρωσης.
Ένα τρίτο γνώρισμα αφορά τα αφηγηματικά και γλωσσικά μέσα. Δίχως να υποτιμώνται η  αφήγηση και η γλώσσα φαίνεται να παίζουν δευτερεύοντα ρόλο στη γραφή της Φυτιλή, που θέτει σε προτεραιότητα το καθαυτό υλικό της αφήγησης. Μπορεί ο ίδιος – αν έχει κάποια σημασία αυτό – να διαφωνώ με τούτη την αισθητική επιλογή αλλά στην προκειμένη περίπτωση δεν μπορώ παρά να επισημάνω ένα πειστήριο ωριμότητας: ότι δηλαδή στην περίπτωση της Φυτιλή η τέτοιου είδους χρήση της αφήγησης και της γλώσσας αποβαίνει προς όφελος του συνολικού αποτελέσματος, αφού υπηρετεί με συνέπεια τον σκοπό της συγγραφέα προβάλλοντας το συμβάν, την ιδέα, τη μνήμη, δίχως να τα αποσκεπάζει με εκφραστικές πιρουέτες και αφηγηματικούς πειραματισμούς.
Από την άλλη, εδώ αναγνωρίζω τη βασική αδυναμία της συλλογής. Αναφέρομαι στην αίσθηση συμβατικότητας που αποπνέει η αφήγηση, τον διεκπεραιωτικό χαρακτήρα που έχει η γλώσσα σε κάποια σημεία (κυρίως στα διαλογικά μέρη), την πλαδαρότητα στην πλοκή και τα αφηγηματικά κλισέ που απαντώνται σε ορισμένα διηγήματα.

Παρ’ όλα αυτά, είμαι κατηγορητικός στην τελική μου θέση: το «Παράξενο Καλοκαίρι» είναι μία πολύ ενδιαφέρουσα αναγνωστική πρόταση γι’ αυτό το έτσι και αλλιώς παράξενο – από πολλές απόψεις – καλοκαίρι που έρχεται. Προς επίρρωση επικαλούμαι τα «Σεντονάκια», τον «Αράπη», τα «Σύρματα σιωπής», την «Πισίνα», το «Σπίτι» και κυρίως «Το βλέμμα».
ARTINEWS.GR

Κυριακή 20 Μαρτίου 2016

Κριτική βιβλίου, Σάββατο - Κυριακή 19 - 20 Μαρτίου
της Χαρίκλειας Δημακοπούλου στην εφημερίδα ''Εστία''

Λίνα Φυτιλή, Παράξενο Καλοκαίρι, Διηγήματα (εκδ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας, σελ. 136)

Η συγγραφέας είναι εκπαιδευτικός στην Πρωτοβάθμια Εκπαίδευση και κατοικεί στον Αλμυρό Μαγνησίας. Έχει δώσει δείγματα γραφής με μια νουβέλα, ένα μυθιστόρημα και μια ποιητική συλλογή. Τώρα έρχεται να συμπληρώσει την διακονία του πεζού λόγου προσφέροντας μια συλλογή διηγημάτων. Τα διηγήματά της χαρακτηρίζονται από την μεγάλη ευαισθησία για τις ανθρώπινες σχέσεις, ακόμη και την άρρητη σχέση μεταξύ αγνώστων. Το ύφος της είναι ιδιαιτέρως λιτό και συγκρατημένο. Είναι μια νέα και πολύ ενδιαφέρουσα φωνή στην λογοτεχνική μας πραγματικότητα. 

Τετάρτη 16 Μαρτίου 2016

Πέμπτη 3 Μαρτίου 2016